Το Whataboutism δίνει μια ένδειξη για τη σημασία του με το όνομα του. Δεν είναι απλώς η αλλαγή ενός θέματος συζήτησης ως πολιτική στρατηγική. Είναι ουσιαστικά μια αντιστροφή της κατηγορίας, υποστηρίζοντας ότι ένας αντίπαλος είναι ένοχος για ένα αδίκημα εξίσου απαίσιο ή χειρότερο από αυτό που κατηγορήθηκε το αρχικό πρόσωπο ή ομάδα. Είναι μια τεχνική ρητορικής που χρησιμοποιείται απο το πρόσωπο ή την ομάδα που έχει διαπράξει κάποιο έγκλημα, ή ενέργεια ώστε να εκτρέψει την προσοχή από τις δικές του πράξεις σε πράξεις άλλων που βέβαια παρουσιάζει πάντα και με τρόπο βολικό, ως χειρότερες. Αρχικά το θέμα της εκτροπής μπορεί να μοιάζει άσχετο με αυτό που συζητιέται, και εμπεριέχει έμμεση κριτική, π.χ. ανακοινώνουμε ότι θέλουμε να παλέψουμε για τα δικαιώματα των τρανς ανθρώπων, και η «Whataboutism» απόκριση είναι: Nαι αλλά για την οικονομία και τους ανθρώπους που πεινάνε δεν ενδιαφέρεστε.
[Image via Freepik.com]
Το πρόσωπο που την χρησιμοποιεί
μπορεί να το κάνει είτε συνειδητά, ως πολιτική, είτε ασυνείδητα, διότι έχει
μεγαλώσει σε ένα τέτοιο περιβάλλον το οποίο είναι κατάλληλο για να ανθίσουν
ρητορικές αυτού του είδους. Συνηθώς περιβάλλον αυταρχικό, όπου ο παραγωγικός
διάλογος, η αυθεντικότητα και η ενσυναίσθηση δεν ευδοκιμούν. Ένα περιβάλλον που
οι γονείς κατηγορούν ο νέας τον άλλον για να αποφύγουν την ευθηνή της
δυσλειτουργικής επαφής με το παιδι.
Όποιο και να είναι το κίνητρο
αυτής της τακτικής είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη διότι έχει δημιουργηθεί για να μανιπιουλάρει
την κοινή γνώμη. Είναι αγαπημένο όπλο των ναρκίσσων και των απολυταρχικών
καθεστώτων και αποτελεί την βασική τακτική που χρησιμοποιεί στην πολιτική του ο
Τραμπ αλλά και ο Πούτιν. Είναι αγαπημένη τακτική των troll στα social media. Ο όρος
πρωτοεμφανίστηκε το 1978 στις τακτικές προπαγάνδας της Σοβιετικής Ένωσης κατά
τον ψυχρό πόλεμο. Όταν η Δύση επέκρινε τη
Σοβιετική Ένωση, ας πούμε, για παραβιάσεις και καταπίεση των ανθρωπίνων
δικαιωμάτων, η Σοβιετική Ένωση επισήμανε τα εγκλήματα που διαπράττονται από
δυτικά έθνη. Υψώνοντας λοιπόν το δάχτυλο σε κάποιο άλλο πρόσωπο ή ομάδα
ανθρώπων ο θύτης αποποιείται την ευθύνη του και παράλληλα μεταβιβάζει τις ευθύνες
αλλού.
Αυτός ο τρόπος επικοινωνίας
καταλήγει σε μια κυκλική επανάληψη η οποία παράγει ένα «αδύνατο επιχείρημα»,
αδύνατον να το καταρρίψεις διότι είναι άκαμπτο και παρασύρει τον συνομιλητή σε
έναν φαύλο κύκλο. Αν το εξετάσουμε σε συναισθηματικό-ψυχολογικό επίπεδο θα
δούμε ότι ουσιαστικά οι ενήλικες παλινδρομούν σε ένα παιδικό τρόπο απόκρισης
και επιχειρηματολογίας. Αν ρωτήσουμε ένα εξάχρονο παιδι πως τα πήγε στο
σχολείο, είναι πιθανό να απαντήσει, ναι αλλά ο αδελφός μου δεν διαβάζει τίποτα.
Το Whataboutism χρησιμοποιείται
ως μια μορφή δυσλειτουργικής εκλογίκευσης, που βέβαια εμπεριέχει τεράστιες
δόσεις άρνησης και υποκρισίας. Με σκοπό την μετάθεση ευθύνης και την
ωραιοποίηση του θύτη.
Ας κλείσω λοιπόν με μια
ερώτηση,
τι λέτε λοιπόν, συμβαίνει αυτό το φαινόμενο στην χώρα μας, σας θυμίζει κάτι και αν ναι τι;
Πάρβη Πάλμου για το T-Zine.gr
Πηγές:
https://www.merriam-webster.com/words-at-play/whataboutism-origin-meaning
https://www.tandfonline.com/doi/abs/10.1080/1060586X.2020.1730121?needAccess=true&journalCode=rpsa20